Από τον «Ηρωϊκό» του Φιλόστρατου βλέπουμε την περιγραφή που κάνει ο Πρωτεσίλαος για τόν Αίαντα τον Τελαμώνιο από τη Σαλαμίνα. Ο Αίαντας αποτελούσε υπόδειγμα φίλου και διακρινόταν για την ακεραιότητα του χαρακτήρα του. Ήταν γενναιότατος στίς μάχες και έντιμος πολεμιστής. Αμπελουργός: Κεφ. ΧΙΙ
Τον Αίαντα, τον γιό του Τελαμώνα, οι Αχαιοί τον ...ονομάζουν μέγα όχι εξαιτίας του ύψους του ούτε επειδή ο άλλος Αίαντας (ο Λοκρός) ήταν κοντύτερος, αλλά από τις πράξεις του, και τον θεωρούσαν καλό οιωνό για τον πόλεμο εξαιτίας της πράξης του πατέρα του. Όταν δηλαδή ο Λαομέδοντας είχε εξαπατήσει τον Ηρακλή, ο Τελαμώνας πήγε μαζί με τον Ηρακλή στο Ίλιον και το κυρίευσαν. Τον θαύμαζαν ακόμη και άοπλο, διότι ήταν πελώριος και ξεχώριζε πάνω απ’ όλο το στράτευμα, αλλά και το υψηλό του φρόνημα ήταν χαλιναγωγημένο και συνετό. Όταν πάλι ήταν οπλισμένος, ήταν τελείως προσκολλημένοι επάνω του, καθώς βάδιζε αγέρωχα ενάντια στους Τρώες, μεταχειριζόταν τέλεια την τεράστια ασπίδα του και τα μάτια του άστραφταν κάτω από την περικεφαλαία σαν του λιονταριού την ώρα που ετοιμάζεται να επιτεθεί. Πολεμούσε απέναντι στούς γενναιότερους Λυκίους, Μυσούς και Παίονες, λέγοντας πως ήρθε στην Τροία εξαιτίας του πλήθους τους, και θεωρούσε τους αρχηγούς τους αξιόμαχους και τέτοιους που, αν τους σκότωνε, θα γινόταν ονομαστός, ενώ, αν τον χτυπούσαν, το τραύμα δεν θα ήταν άδοξο. Όταν σκότωνε κάποιον εχθρό, δεν του έπαιρνε τα όπλα· διότι, το να σκοτώνεις έλεγε, ταιριάζει σε άνδρα, το να αφαιρείς όμως τα όπλα του νεκρού μάλλον σε λωποδύτη. Κανείς δεν τολμούσε να μιλήσει άπρεπα και αλαζονικά ενώπιον του Αίαντα, ούτε ακόμη κι αυτοί που είχαν μεταξύ τους διαφορές. Αν ήταν καθιστοί, σηκώνονταν μπροστά του και στον δρόμο παραμέριζαν όχι μόνο οι ανώνυμοι, αλλά και όσοι συγκαταλέγονταν μεταξύ των σπουδαίων. Με τον Αχιλλέα τον συνέδεε φιλία και οι δυό τους ούτε ήθελαν ούτε ήταν στη φύση τους να φθονούν ο ένας τον άλλον. Παρηγορούσε τον Αχιλλέα στις στεναχώριες του, ακόμα κι αν ήταν γιά πράγματα σοβαρά, με άλλα συμπάσχοντας και για άλλα σχεδόν επιπλήτοντάς τον. Όταν κάθονταν μαζί και όταν προχωρούσαν, οι Έλληνες έστρεφαν το κεφάλι τους και κοίταζαν τους δυό άνδρες, που άλλοι όμοιοί τους μετά τον Ηρακλή δεν είχαν υπάρξει. Για τον Αίαντα μάλιστα έλεγαν πως ήταν θετό παιδί του Ηρακλή και πως όταν ήταν βρέφος τυλίχτηκε με την λεοντή του ήρωα που τον σήκωσε προς τον Δία και τον παρακάλεσε να τον κάνει ανίκητο σαν το δέρμα του λιονταριού. Την ώρα που έκανε την ευχή, παρουσιάστηκε αετός που έφερε από τον Δία όνομα στο παιδί, σημάδι πως οι ευχές εισακούστηκαν. Ακόμη και με μιά απλή ματιά φαινόταν πως είχε κάτι το θεϊκό, εξαιτίας της ομορφιάς και της δύναμης του. Ο Πρωτεσίλαος τον ονομάζει άγαλμα πολέμου. Όταν εγώ του είπα: «Κι όμως, τούτος ο μέγας και θεϊκός νικήθηκε από τον Οδυσσέα στην πάλη», μου είπε: «Αν οι Κύκλοπες είχαν υπάρξει και ο μύθος γι’ αυτούς ήταν αληθινός, ο Οδυσσέας θα προτιμούσε να παλέψει μάλλον με τον Πολύφημο παρά με τον Αίαντα».
Στη συνέχεια βλέπουμε τον Αίαντα να τιμά τους φίλους του και να αδιαφορεί για τις συνέπειες. Αναφέρουμε το περιστατικό στον «Ηρωϊκό» του Φιλόστρατου που συνέβη μετά την εκτέλεση του Παλαμήδη.
Απάνθρωπη ήταν και η διαταγή που εκδόθηκε έπειτα γι’ αυτόν : απαγορεύτηκε η ταφή του Παλαμήδη και ο εξαγνισμός του με χώμα και τέθηκε η ποινή του θανάτου γιά όποιον τον έπαιρνε και τον έθαβε. Την ώρα που διακηρύσσονταν αυτές οι αποφάσεις του Αγαμέμνονα, ο μέγας Αίαντας ρίχτηκε πάνω στο νεκρό και έκλαψε πολύ. Τον σήκωσε και τον πήρε, κουνώντας δεξιά και αριστερά το γυμνό σπαθί του και, αφού τον έθαψε με τον καθιερωμένο τρόπο, παρά την απαγόρευση, έπαψε να παρουσιάζεται στις συνελεύσεις των Ελλήνων, δεν συμμετείχε στις αποφάσεις, ούτε έπαιρνε μέρος στις μάχες. Όταν επέστρεψε ο Αχιλλέας μετά την άλωση της Χερσονήσου, οργίστηκαν και οι δύο γι’ αυτό που είχε γίνει στον Παλαμήδη.
Τον Αίαντα, τον γιό του Τελαμώνα, οι Αχαιοί τον ...ονομάζουν μέγα όχι εξαιτίας του ύψους του ούτε επειδή ο άλλος Αίαντας (ο Λοκρός) ήταν κοντύτερος, αλλά από τις πράξεις του, και τον θεωρούσαν καλό οιωνό για τον πόλεμο εξαιτίας της πράξης του πατέρα του. Όταν δηλαδή ο Λαομέδοντας είχε εξαπατήσει τον Ηρακλή, ο Τελαμώνας πήγε μαζί με τον Ηρακλή στο Ίλιον και το κυρίευσαν. Τον θαύμαζαν ακόμη και άοπλο, διότι ήταν πελώριος και ξεχώριζε πάνω απ’ όλο το στράτευμα, αλλά και το υψηλό του φρόνημα ήταν χαλιναγωγημένο και συνετό. Όταν πάλι ήταν οπλισμένος, ήταν τελείως προσκολλημένοι επάνω του, καθώς βάδιζε αγέρωχα ενάντια στους Τρώες, μεταχειριζόταν τέλεια την τεράστια ασπίδα του και τα μάτια του άστραφταν κάτω από την περικεφαλαία σαν του λιονταριού την ώρα που ετοιμάζεται να επιτεθεί. Πολεμούσε απέναντι στούς γενναιότερους Λυκίους, Μυσούς και Παίονες, λέγοντας πως ήρθε στην Τροία εξαιτίας του πλήθους τους, και θεωρούσε τους αρχηγούς τους αξιόμαχους και τέτοιους που, αν τους σκότωνε, θα γινόταν ονομαστός, ενώ, αν τον χτυπούσαν, το τραύμα δεν θα ήταν άδοξο. Όταν σκότωνε κάποιον εχθρό, δεν του έπαιρνε τα όπλα· διότι, το να σκοτώνεις έλεγε, ταιριάζει σε άνδρα, το να αφαιρείς όμως τα όπλα του νεκρού μάλλον σε λωποδύτη. Κανείς δεν τολμούσε να μιλήσει άπρεπα και αλαζονικά ενώπιον του Αίαντα, ούτε ακόμη κι αυτοί που είχαν μεταξύ τους διαφορές. Αν ήταν καθιστοί, σηκώνονταν μπροστά του και στον δρόμο παραμέριζαν όχι μόνο οι ανώνυμοι, αλλά και όσοι συγκαταλέγονταν μεταξύ των σπουδαίων. Με τον Αχιλλέα τον συνέδεε φιλία και οι δυό τους ούτε ήθελαν ούτε ήταν στη φύση τους να φθονούν ο ένας τον άλλον. Παρηγορούσε τον Αχιλλέα στις στεναχώριες του, ακόμα κι αν ήταν γιά πράγματα σοβαρά, με άλλα συμπάσχοντας και για άλλα σχεδόν επιπλήτοντάς τον. Όταν κάθονταν μαζί και όταν προχωρούσαν, οι Έλληνες έστρεφαν το κεφάλι τους και κοίταζαν τους δυό άνδρες, που άλλοι όμοιοί τους μετά τον Ηρακλή δεν είχαν υπάρξει. Για τον Αίαντα μάλιστα έλεγαν πως ήταν θετό παιδί του Ηρακλή και πως όταν ήταν βρέφος τυλίχτηκε με την λεοντή του ήρωα που τον σήκωσε προς τον Δία και τον παρακάλεσε να τον κάνει ανίκητο σαν το δέρμα του λιονταριού. Την ώρα που έκανε την ευχή, παρουσιάστηκε αετός που έφερε από τον Δία όνομα στο παιδί, σημάδι πως οι ευχές εισακούστηκαν. Ακόμη και με μιά απλή ματιά φαινόταν πως είχε κάτι το θεϊκό, εξαιτίας της ομορφιάς και της δύναμης του. Ο Πρωτεσίλαος τον ονομάζει άγαλμα πολέμου. Όταν εγώ του είπα: «Κι όμως, τούτος ο μέγας και θεϊκός νικήθηκε από τον Οδυσσέα στην πάλη», μου είπε: «Αν οι Κύκλοπες είχαν υπάρξει και ο μύθος γι’ αυτούς ήταν αληθινός, ο Οδυσσέας θα προτιμούσε να παλέψει μάλλον με τον Πολύφημο παρά με τον Αίαντα».
Στη συνέχεια βλέπουμε τον Αίαντα να τιμά τους φίλους του και να αδιαφορεί για τις συνέπειες. Αναφέρουμε το περιστατικό στον «Ηρωϊκό» του Φιλόστρατου που συνέβη μετά την εκτέλεση του Παλαμήδη.
Απάνθρωπη ήταν και η διαταγή που εκδόθηκε έπειτα γι’ αυτόν : απαγορεύτηκε η ταφή του Παλαμήδη και ο εξαγνισμός του με χώμα και τέθηκε η ποινή του θανάτου γιά όποιον τον έπαιρνε και τον έθαβε. Την ώρα που διακηρύσσονταν αυτές οι αποφάσεις του Αγαμέμνονα, ο μέγας Αίαντας ρίχτηκε πάνω στο νεκρό και έκλαψε πολύ. Τον σήκωσε και τον πήρε, κουνώντας δεξιά και αριστερά το γυμνό σπαθί του και, αφού τον έθαψε με τον καθιερωμένο τρόπο, παρά την απαγόρευση, έπαψε να παρουσιάζεται στις συνελεύσεις των Ελλήνων, δεν συμμετείχε στις αποφάσεις, ούτε έπαιρνε μέρος στις μάχες. Όταν επέστρεψε ο Αχιλλέας μετά την άλωση της Χερσονήσου, οργίστηκαν και οι δύο γι’ αυτό που είχε γίνει στον Παλαμήδη.
Αν κάποιοι εξ υμών θεωρούν τις εκλογές ως μέσον ανατροπής των κατακτητών, εγκληματούν κατά του εαυτού τους. Δεν θα συμμετάσχουμε σε εκλογές τους όρους των οποίων καθορίζει ο εχθρός. Η μαζική αποχή και η απονομιμοποίηση των εκλογών τους είναι βασικός όρος ανατροπής των κατακτητών. Δεν πρέπει να παίξουμε θέατρο σε ένα έργο με δικό τους σενάριο. Εξηγούμαι περαιτέρω. Πώς είναι δυνατόν να λάβουμε μέρος στις εκλογές των κατακτητών χωρίς να έχει γίνει εκκαθάριση των εκλογικών καταλόγων από όλους τους ελληνοποιημένους εισβολείς; Χωρίς εκκαθάριση εκλογικών καταλόγων δεν μπορούμε να συμμετέχουμε στις εκλογές τους.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου