Απόσπασμα από την εισήγηση του καθηγητή Δημήτρη Μιχαλόπουλου στην ημερίδα του Ιδρύματος Βενιζέλου για την «Οικονομική κρίση του 1926» (14-04-2010) Ἡ Ἱστορία, ὡς γνωστόν, ἐπαναλαμβάνεται καὶ βάσει τῆς ἀρχῆς αὐτῆς, καλὸ εἶναι νὰ κάνουμε τὴν κρίση εὐκαιρία καὶ νὰ διδαχτοῦμε καὶ ἐμεῖς κάτι. Γιατί;
Διότι ἡ γνώση τῆς Ἱστορίας δὲν μᾶς ἐπιτρέπει νὰ κάνουμε προφητεῖες· μᾶς ὁδηγεῖ ὅμως σὲ καλλίτερη γνώση τῶν καταστάσεων ποὺ διαμόρφωσαν τοὺς προγόνους μας καὶ ἐμᾶς τοὺς ἴδιους καί, κατὰ συνέπεια, μᾶς χαρίζει τὴ δυνατότητα τῆς καλῆς ἢ μᾶλλον ἀποτελεσματικῆς ἀντιμετώπισης τῶν μελλοντικῶν προβλημάτων.
Ἔτσι, ἡ Ἱστορία νοεῖται μόνο ὡς πνευματικὴ ἀξία ἀντικειμενικὴ καὶ ποτὲ ὑποκειμενική. Τὸ παρελθὸν ἀποτελεῖ γεγονὸς καὶ κανένας μας δὲν ἔχει δικαίωμα νὰ... τὸ ἑρμηνεύει ὅπως τοῦ ἀρέσει.
Σὲ ἀντίθετη περίπτωση τὸ παρελθὸν θὰ μᾶς τιμωρήσει· καὶ τοῦτο, διότι ὅποιος ξεχνάει καταδικάζεται νὰ ὑποστεῖ ξανὰ ὅ,τι ἔπαθε στὸ παρελθόν. Τί μπορεῖ, κατὰ συνέπεια, νὰ μᾶς βγάλει ἀπὸ αὐτὸν τὸν φαῦλο κύκλο σφάλματος καὶ ἐπανάληψης τοῦ σφάλματος; Ἡ ἔρευνα, μόνο ἡ ἔρευνα καί, φυσικά, ἡ μνήμη ποὺ ἑδράζεται σὲ αὐτήν. Καὶ -θὰ μοῦ ἐπιτρέψετε νὰ πῶ- αὐτὸ ἀκριβῶς προσπαθεῖ νὰ κάνει τὸ Ἵδρυμά μας Ἱστορίας τοῦ Ἐλευθερίου Βενιζέλου καὶ τῆς ἀντίστοιχης Ἐθνικῆς Περιόδου – μὲ ὁλοένα καὶ περισσότερη θέρμη.
Γιὰ νὰ ἔλθουμε λοιπὸν στὰ δικά μας, ἡ οἰκονομικὴ κατάρρευση τοῦ Μεσοπολέμου ἐπέφερε τὸν Β΄ Παγκόσμιο πόλεμο· ἄρα τὸ ζήτημα εἶναι κατὰ πόσον ἡ τωρινὴ δυσπραγία, ποὺ ραγδαῖα μεγαλώνει καὶ ἁπλώνεται, θὰ προκαλέσει νέα γενικευμένη σύρραξη. Καὶ ἐὰν δὲν θέλουμε τέτοια λύση, τί εἶναι αὐτὸ ποὺ θὰ πρέπει νὰ κάνουμε;
Λοιπόν, παρὰ τὰ ὅσα κατὰ καιροὺς λέγονται γιὰ τὴ χώρα μας, πὼς δηλαδὴ εἶναι στὸ περιθώριο τῶν ἐξελίξεων κ.τ.λ., κ.τ.λ., νομίζω ὅτι ἡ οἰκονομικὴ κατάρρευση τοῦ Μεσοπόλεμου ἀντιμετωπίστηκε ἐπιτυχῶς στὴν Ἑλλάδα καί, ἴσως, κυρίως σὲ αὐτήν. Φρονῶ, κατὰ συνέπεια, ὅτι τὰ μέτρα ποὺ σχετικῶς πάρθηκαν τότε ἀποτελοῦν τὸ μεγαλύτερο πολιτικὸ ἐπίτευγμα τοῦ Ἐλευθέριου Βενιζέλου, διότι ὄχι μόνο κράτησαν τὴ χώρα μας μακριὰ ἀπὸ τὸ μάτι τοῦ παγκόσμιου οἰκονομικοῦ κυκλώνα, ἀλλὰ ἐπέτρεψαν, γιὰ πρώτη φορὰ στὴ Σύγχρονη Ἑλληνικὴ Ἱστορία, τὴ βιομηχανικὴ ἄνθηση τοῦ τόπου αὐτοῦ. Ἀξίζει, ἑπομένως, νὰ δοῦμε τί ἔκανε τότε ὁ Βενιζέλος καὶ οἱ συνεργάτες του – μὲ σκοπό, ἂς ξανατονιστεῖ, νὰ διδαχτοῦμε. Ἡ λύση, πράγματι, ποὺ σήμερα συστηματικῶς ἀποκρύπτεται μπορεῖ νὰ βρεθεῖ στὸ παρελθόν………….
Προτοῦ νὰ μποῦμε, ὅμως, στὰ οὐσιώδη, καλὸ εἶναι νὰ γίνουνε ὁρισμένες διευκρινίσεις. Αὐτὸς ποὺ ἐξέτασε τὴ φύση τοῦ νομίσματος ὑπῆρξε ὁ Ἀριστοτέλης· καὶ ἐκεῖνος ὁ ὁποῖος συστηματικῶς ἀπέφυγε νὰ θίξει τὸ θέμα αὐτό, δηλαδὴ τὴ φύση τοῦ νομίσματος, ἦταν ὁ Κάρολος Μάρξ.
Ὁ Ἀριστοτέλης ἔκανε δύο βασικὲς ἐπισημάνσεις: α΄. Τὸ νόμισμα, ὅρος ποὺ προέρχεται ἀκριβῶς ἀπὸ τὸ ρῆμα «νομίζω», εἶναι ὅ,τι ἀκριβῶς δείχνει ἡ λέξη. Αὐτό, δηλαδή, τὸ ὁποῖο νομίζεται, θεωρεῖται καί, σὲ τελικὴ ἀνάλυση, θεσπίζεται. Μὲ λίγα λόγια, τὸ νόμισμα δὲν ἔχει ἀντικειμενικὴ ἀξία· μόνο ὑποκειμενικὴ διαθέτει καὶ αὐτὴν τοῦ τὴ δίνουν οἱ ἄνθρωποι – δηλαδὴ ἐμεῖς. Καὶ πρέπει, βέβαια, στὸ σημεῖο αὐτὸ νὰ ὑπογραμμιστεῖ ὅτι, ὅσον ἀφορᾶ τὶς ἀνθρώπινες κοινωνίες καί, εὐρύτερα, τὸν πολιτισμό, μία καὶ μόνο ἀντικειμενικὴ ἀξία ὑπῆρχε, ὑπάρχει καί, ὅπως φαίνεται, θὰ ὑπάρχει: ἡ ἐργασία – μόνον αὐτὴ καὶ τίποτα ἄλλο πέρα ἀπὸ αὐτήν.
Καὶ ἔχοντας κατὰ νοῦν αὐτὴν τὴν ἐπισήμανση τοῦ Ἀριστοτέλη, μποροῦμε νὰ προχωρήσουμε σὲ ἄλλη ἐπισήμανσή του – ἐξ ἴσου σημαντική: Τὰ νομίσματα, δηλαδὴ τὸ χρῆμα, ποὺ μπορεῖ νὰ παραχθεῖ ἀπὸ τὴν ἐργασία εἶναι πάντοτε περιορισμένο· ἀντίθετα τὸ χρῆμα ποὺ παράγεται ἀπὸ τὴν κερδοσκοπία, δηλαδὴ ἀπὸ τὸ ἴδιο τὸ χρῆμα, κατὰ κανόνα εἶναι ἀπεριόριστο. Αὐτὸ εἶναι φυσικὸ – διότι ἡ ἐργασία ἀποτελεῖ μέγεθος χρονικῶς πεπερασμένο. Δουλεύει, πράγματι, κανεὶς ἕως ὅτου κουραστεῖ καὶ ἐφόσον ἡ ἡλικία καὶ γενικῶς ἡ κατάστασή του τὸ ἐπιτρέπουν. Ἀντίθετα, ὅμως, τὸ χρῆμα ποὺ παράγεται ἀπὸ τὸ χρῆμα, ἀέρας δηλαδή, εἶναι ἀπεριόριστο. Ὁ ἀέρας δὲν ἔχει τέλος καὶ ἡ ἀπάτη ἕνα μόνο τέλος μπορεῖ νὰ ἔχει – τὴν τιμωρία. Ἐὰν αὐτὴ δὲν ὑφίσταται, τότε ἡ κερδοσκοπία εἶναι ἀπεριόριστη.
Ὑπενθυμίζω ἐδῶ ὅτι ἤδη ἀπὸ τὰ τέλη τοῦ Μεσαίωνα ἔγινε προσπάθεια παραγωγῆς χρήματος ἀπὸ τὸ χρῆμα, ἀλλὰ τότε μπῆκε στὴ μέση ἡ Ρωμαιοκαθολικὴ Ἐκκλησία καὶ ἡ πορεία πρὸς αὐτὴν τὴν κατεύθυνση σταμάτησε. Κατὰ τὴν Ἀναγέννηση ὅμως
ἡ προσπάθεια ἐπαναλήφθηκε – καὶ ἔπιασε. Στήθηκαν, δηλαδή, σὲ ἰταλικὲς πόλεις κυρίως, μπάγκοι (θρανία [ἀπὸ ὅπου καὶ ὁ ὅρος bank=τράπεζα]), πάνω στοὺς ὁποίους γινόταν ἀρχικῶς ἀνταλλαγὴ καὶ στὴ συνέχεια ἐμπόριο χρήματος. Ἀλλὰ τὸ μεγάλο βῆμα ἔγινε κατὰ τὸν 17ο αἰώνα μὲ τὴν ἵδρυση τῆς Τράπεζας τῆς Ἀγγλίας. Γιατί; Διότι οἱ ἰθύνοντες τῆς Τράπεζας αὐτῆς γρήγορα καταλάβανε ὅτι δὲν ἦταν ἀνάγκη τὰ χαρτονομίσματα ποὺ ἐξέδιδαν καὶ ἔρριχναν στὴν κυκλοφορία νὰ ἀντιστοιχοῦν ἀκριβῶς στὴν ποσότητα χρυσοῦ ποὺ ἡ ἐν λόγῳ Τράπεζα φύλαγε στὰ χρηματοκιβώτιά της. Καὶ τοῦτο, διότι, πέρα ἀπὸ τὰ ἄλλα, πολλὰ ἀπὸ τὰ χρήματα ποὺ προέρχονταν ἀπὸ ἐπιταγὲς καὶ τὰ παρόμοια δὲν τὰ παίρνανε οἱ ἄνθρωποι στὸ χέρι τους, ἀλλὰ τὰ βάζανε πάλι σὲ λογαριασμοὺς τραπεζικούς. Ἔτσι ἡ τράπεζα εἶχε ἕνα περίσσευμα χρήματος σὲ χαρτονόμισμα, τὸ ὁποῖο, ἐφόσον οἱ κάτοχοί του δὲν ζητοῦσαν τὴν -ἂς τὴν ποῦμε ἔτσι ἐξαργύρωσή του- πλασματικῶς ὑπερκάλυπτε τὸν χρυσὸ ποὺ ἡ τράπεζα διέθετε – μὲ ἀποτέλεσμα αὐτὴ ἡ τελευταία νὰ μπορεῖ νὰ δανείζει αὐτὸ τὸ περίσσευμα καὶ νὰ εἰσπράττει τόκους. Ἐὰν τώρα οἱ δανειολῆπτες τῆς τράπεζας ἄνοιγαν καὶ αὐτοὶ λογαριασμοὺς καὶ τραβοῦσαν ἐπιταγὲς σὲ ἄλλους, τότε περισσότερο χρῆμα ἔμενε στὴ διάθεση τῆς τράπεζας καὶ ἀδυνάτιζε, μὲ αὐτὸν τὸν τρόπο, ἡ ἐξάρτησή της ἀπὸ τὸ κάλυμμά της σὲ χρυσό.
Ἤ, γιὰ νὰ τὸ ποῦμε διαφορετικά: Ὅσο τὸ χρῆμα μένει στὴν τράπεζα καὶ ὄχι στὰ χέρια τοῦ ἰδιοκτήτη του, τόσο περισσότερο μεγαλώνει καὶ ἡ δυνατότητα τῆς τράπεζας νὰ δημιουργεῖ χρῆμα ἀπὸ τὸ τίποτα, δηλαδὴ νὰ πουλάει ἀέρα. Θέλετε μιὰ πρόχειρη ἀπόδειξη; Τὴν ἑπόμενη φορὰ ποὺ θὰ παρουσιάσετε μιὰ ἐπιταγή σας πρὸς εἴσπραξη σὲ μιὰ τράπεζα, δῶστε προσοχὴ στὸ ἐρώτημα ποὺ -δῆθεν- τυχαῖα σᾶς γίνεται: Θὰ τὴν καταθέσετε τὴν ἐπιταγὴ ἢ θὰ τὴν εἰσπράξετε; Τὸ ἐρώτημα αὐτὸ γιὰ σᾶς καί, πολὺ πιθανόν, γιὰ τὸν τραπεζιτικὸ ὑπάλληλο ὁ ὁποῖος θὰ σᾶς τὸ ὑποβάλει νὰ μὴ σημαίνει τίποτα· γιὰ τὸν ἰδιοκτήτη ὅμως τῆς τράπεζας ἐξακολουθεῖ νὰ σημαίνει πάρα πολλά. Ἤδη τὸ 1924, ὁ περίφημος Reginald McKenna, ὑπουργὸς Οἰκονομικῶν τῆς Μεγάλης Βρεταννίας, εἶχε, σὲ κατηγορηματικὴ δήλωσή του, ἐπισημάνει αὐτὴν τὴ δυνατότητα τῶν τραπεζιτῶν νὰ φτιάχνουν χρῆμα ἀπὸ τὸ τίποτα· καὶ φυσικά, εἶχε ὑπογραμμίσει τὶς ἀρνητικὲς ἐπιπτώσεις αὐτοῦ τοῦ – ἂς τὸ ποῦμε ἔτσι- κόλπου ὅσον ἀφορᾶ τὴν ἐθνικὴ ἀνεξαρτησία τῶν Λαῶν. Καὶ βέβαια, περιττὸν νὰ σᾶς πῶ ὅτι ἡ κατάσταση αὐτὴ ὄχι μόνο συνεχίζεται ἀλλὰ καὶ ὅτι ἡ διαρκὴς τελειοποίηση αὐτοῦ τοῦ μηχανισμοῦ παραγωγῆς χρήματος ἀπὸ τὸ χρῆμα συστηματικῶς διδάσκεται σήμερα σὲ πανεπιστημιακὲς σχολές, μία ἀπὸ τὶς ὁποῖες εἶναι ἡ περίφημη London School of Economics. Νά λοιπὸν πῶς ἐφαρμόζεται -ἐννοεῖται σὲ βάρος μας- ἡ ἀρχὴ ποὺ πρῶτος ὁ Ἀριστοτέλης διατύπωσε, ἤδη στὴν Ἀρχαιότητα. Ἂς δοῦμε τώρα τί μπορεῖ νὰ γίνει, ὥστε νὰ ἀντιμετωπιστεῖ αὐτὴ ἡ κατάσταση.
Ὀφείλω, στὸ σημεῖο αὐτό, νὰ ἀποτίσω φόρο τιμῆς στὴ μνήμη τριῶν προσωπικοτήτων, πού, κατὰ τὴ διάρκεια τῶν τελευταίων αἰώνων, ἐπιχείρησαν νὰ σπάσουν τὸν τραπεζικὸ μηχανισμὸ παραγωγῆς χρήματος ἀπὸ τὸ τίποτα. Καὶ οἱ προσωπικότητες αὐτές, Κυρίες καὶ Κύριοι, ὑπῆρξαν δύο Ἀμερικανοὶ καὶ ἕνας Ἕλληνας – συγκεκριμένα ὁ Αἴημπραχαμ Λίνκολν, ὁ Τζὼν Κέννεντυ καὶ ὁ Πέτρος Πρωτοπαπαδάκης. Καὶ οἱ τρεῖς τους εἴχανε τραγικὸ τέλος, διότι οἱ δύο πρῶτοι δολοφονήθηκαν (καὶ ἀκόμα γίνονται ἔρευνες, γιὰ νὰ βρεθοῦν οἱ ὑπαίτιοι), ἐνῶ ὁ τρίτος ἐκτελέστηκε στὸ Γουδὶ τὸ 1922. Καὶ ἐπειδὴ συχνὰ εἴμαστε ἀναγκασμένοι, εἰδικὰ τὰ τελευταῖα χρόνια, νὰ κατηγοροῦμε τὴν Ἑλλάδα γιὰ ὅσα γίνονται γύρω μας, φρονῶ πὼς πρέπει τώρα νὰ ποῦμε καὶ κάτι καλὸ γιὰ τὸν τόπο μας. Μόνο ἐδῶ, πράγματι, δημοσίως, κατηγορηματικῶς καὶ ἐπισήμως δηλώθηκε ἡ πραγματικὴ αἰτία τῆς θανάτωσης τοῦ ἰδιοφυοῦς Πρωτοπαπαδάκη· καὶ αὐτὸ ἀπὸ τὸν ἴδιο τὸν Ἐλευθέριο Βενιζέλο ὁ ὁποῖος στὶς 31 Μαρτίου 1932, μέσα στὴ Βουλὴ τῶν Ἑλλήνων, ἐξήγησε –καὶ αὐτὸ πολὺ σᾶς παρακαλῶ νὰ τὸ προσέξετε- ὅτι ὁ Πρωτοπαπαδάκης σκοτώθηκε ὄχι ἂν καὶ ἔσωσε ἀλλὰ ἐπειδὴ ἔσωσε τὴ δραχμή.
Σήμερα τὸ Ἵδρυμά μας καὶ ὅλοι μας ἐδῶ τιμοῦμε τὴν ἐπέτειο τοῦ θανάτου τοῦ Βενιζέλου. Πρέπει λοιπὸν καὶ ἐγὼ μὲ τὴ σειρά μου νὰ πῶ ὅτι αὐτὴ ἡ δήλωση τοῦ Βενιζέλου ἀποτελεῖ, ἠθικῶς, τὸ μεγαλύτερο ἐπίτευγμά του. Καὶ τοῦτο, ἐπειδὴ κανένας Ἀμερικανὸς πολιτικὸς π.χ. δὲν τόλμησε ἐπισήμως νὰ πεῖ γιατί δολοφονήθηκαν ὁ Λίνκολν καὶ ὁ Κέννεντυ.
Δὲν θέλω νὰ σᾶς κουράζω· ἔτσι μὲ λίγα λόγια θὰ σᾶς πῶ τί ἀκριβῶς ἔγινε, ὥστε μόνοι σας νὰ μπορέσετε νὰ κάνετε τοὺς ἀναγκαίους παραλληλισμούς. Ἐξηγήθηκε ὅτι ἀπὸ τὰ τέλη τοῦ 17ου αἰώνα, μὲ τὴν ἵδρυση τῆς Τράπεζας τῆς Ἀγγλίας, ὁ ἔλεγχος τοῦ χρήματος πέρασε ἀπὸ τὴν κρατικὴ ἐξουσία στὰ χέρια ἰδιωτῶν. Ἀπὸ τὴν Τράπεζα τῆς Ἀγγλίας λοιπὸν τὸ σύστημα αὐτὸ πέρασε, φυσικά, καὶ στὶς Ἡνωμένες Πολιτεῖες τῆς Ἀμερικῆς πού, ὡς γνωστόν, γίνανε Κράτος περὶ τὰ τέλη τοῦ 18ου αἰώνα. Τὸ 1861 ὅμως ξέσπασε ὁ ἀμερικανικὸς Ἐμφύλιος Πόλεμος· καὶ ὁ Λίνκολν, ἤδη Πρόεδρος τῶν Ἡνωμένων Πολιτειῶν, προκειμένου νὰ χρηματοδοτήσει τὴν πολεμικὴ προσπάθεια τῆς κυβέρνησής του ἐξέδωσε τὰ περίφημα greenbacks (πού, ἂς σημειωθεῖ αὐτό, μείνανε στὴν κυκλοφορία μέχρι τὸ 1994). Ὀνομάστηκαν greenbacks, διότι στὴν πίσω πλευρά τους τὰ χαρτονομίσματα αὐτὰ εἶχαν ἐκτύπωση μὲ πράσινο μελάνι καὶ ὄχι μαῦρο. Τὰ ἐν λόγῳ δολλάρια λοιπὸν τὰ ἐξέδιδε ἡ κυβέρνηση τῶν Ἡνωμένων Πολιτειῶν, μὲ βάση τὸ Ἐθνικὸ Θησαυροφυλάκιο, δηλαδὴ τὸν ἐθνικὸ πλοῦτο, καὶ δὲν εἶχαν τόκο σὲ βάρος τῆς ἀμερικανικῆς κυβέρνησης καὶ τοῦ λαοῦ της. (Ἐνδεικτικῶς ἀναφέρω ἐδῶ ὅτι ὁ τόκος ποὺ ζητοῦσαν ἀπὸ τὸν Λίνκολν οἱ τράπεζες, γιὰ νὰ χρηματοδοτήσουν τὴν πολεμική του προσπάθεια, ἔφτανε περίπου τὸ 35%.) Ἀντιδράσεις στὸ μέτρο αὐτὸ τοῦ Λίνκολν ὑπῆρξαν μεγάλες – κυρίως ἀπὸ τὸ Λονδῖνο- καὶ ὁ Λίνκολν, προκειμένου νὰ κερδίσει τὸν πόλεμο, ἔκανε μιὰ στροφὴ καὶ δανείστηκε χρήματα καὶ ἀπὸ ἰδιῶτες – μὲ τεράστιο τόκο. Ὑπῆρχαν ὅμως φόβοι ὅτι μετὰ τὴ νίκη τῶν Βορείων τὸ 1865 καὶ δεδομένου ὅτι δὲν θὰ βρισκόταν πιὰ στὴν ἀνάγκη νὰ ἀντιμετωπίσει πολεμικὴ προσπάθεια θὰ γενίκευε τὸ ἐπιτυχημένο πείραμά του νὰ βγάζει χρῆμα ἀπὸ τὸν ἐθνικὸ πλοῦτο καὶ ὄχι ἀπὸ τὶς τράπεζες· ἔτσι δολοφονήθηκε στὶς 15 Ἀπριλίου 1865, ἑνάμισυ μήνα δηλαδὴ μετὰ τὴν ἐπανεκλογή του στὸ ἀξίωμα τοῦ Προέδρου τῶν Ἡνωμένων Πολιτειῶν.
Αὐτὰ ἀποτελοῦν γεγονός. Ὑπάρχει ὅμως καὶ μία σύμπτωση πάρα πολὺ περίεργη.
Τὸ σύστημα τῶν greenbacks τοῦ Λίνκολν πῆγε νὰ μιμηθεῖ ὁ αὐτοκράτορας τῆς Ρωσίας Ἀλέξανδρος Β΄, ὁ ὁποῖος –κάτι γνωστὸ σὲ ὅποιον ἀσχολεῖται μὲ τὴν Ἱστορία- εἶχε ὑποστηρίξει τοὺς Βορείους καὶ ὄχι τοὺς Νοτίους κατὰ τὸν Ἀμερικανικὸ Ἐμφύλιο Πόλεμο. Λοιπὸν ὁ Τσάρος αὐτὸς ὁ Ἐλευθερωτὴς, ὁ ἄνθρωπος ποὺ ἐλευθέρωσε τοὺς δουλοπάροικους τῆς Ρωσίας καὶ τοὺς ἔκανε ἀνεξάρτητους καὶ αὐτάρκεις ἀγρότες, δολοφονήθηκε –φυσικὰ ἀπὸ σοσιαλιστὲς- ἀκριβῶς ὅπως ὁ Ἐλευθερωτὴς τῶν Μαύρων Αἴημπραχαμ Λίνκολν. Καὶ λέω ὅτι δολοφονήθηκε φυσικὰ ἀπὸ σοσιαλιστές, διότι ὑπάρχει μιὰ ρήση τοῦ Λένιν, δημοσιευμένη ἐννοεῖται, ὅτι δηλαδὴ «ὁ σοσιαλισμός, χωρὶς τὶς μεγάλες τράπεζες, εἶναι ἀδιανόητος».
Κάτι ἀνάλογο πῆγε νὰ κάνει καὶ ὁ Κέννεντυ τὸ 1963, ποὺ πέρασε νόμο βάσει τοῦ ὁποίου τὸ θησαυροφυλάκιο τῶν Ἡνωμένων Πολιτειῶν θὰ έξέδιδε νέο τύπο δολλαρίου, τὰ United States notes, τὰ ὁποῖα δὲν θὰ ἐπιβαρύνανε τὴν ἀμερικανικὴ κυβέρνηση καὶ τὸν ἀμερικανικὸ Λαὸ μὲ τόκους. (Ὑπενθυμίζω καὶ πάλι ὅτι τὰ γνωστὰ σὲ ὅλους μας δολλάρια δὲν τὰ ἐκδίδει ἡ κυβέρνηση τῶν Ἡνωμένων Πολιτειῶν ἀλλὰ Τράπεζες ποὺ τὰ δανείζουν μὲ τόκο στὴν ἐν λόγῳ κυβέρνηση.) Ἡ συνέχεια εἶναι σὲ ὅλους γνωστή: Ὁ Κέννεντυ ἀμέσως μετὰ δολοφονήθηκε καὶ μετὰ δολοφονήθηκε αὐτὸς ποὺ θεωρήθηκε δολοφόνος του – καὶ ἀκόμα ψάχνουνε νὰ βροῦνε γιατί σκοτώθηκε ὁ τότε Πρόεδρος τῶν ΗΠΑ. Ὅσο γιὰ τὸν Πρωτοπαπαδάκη, ἀρκοῦμια νὰ ὑπενθυμίσω ὅτι μὲ τὴ διχοτόμηση τοῦ χαρτονομίσματος ἀπάλλαξε, κατὰ τὴ διάρκεια τῆς πολεμικῆς προσπάθειας τῶν ἐτῶν 1920-1922, τὴν Ἑλλάδα ἀπὸ τὴν ἀνάγκη ἐξωτερικοῦ δανεισμοῦ. Σᾶς θυμίζω τί ἀκριβῶς ἔκανε: ἔκοψε τὸ χαρτονόμισμα στὰ δύο, τὸ μισὸ (ἂς ποῦμε τοῦ κατοστάρικου) τὸ κρατοῦσε ὁ ἰδιοκτήτης καὶ τὸ ἄλλο μισὸ ἀποτελοῦσε ἀναγκαστικὸ δάνειο πρὸς τὸ Ἑλληνικὸ Κράτος. Διακρίσεις σὲ βάρος τῶν φτωχῶν δὲν ὑπῆρξαν, ἐπειδὴ αὐτοὶ εἶχαν τὰ λιγότερα χρήματα στὰ χέρια τους – καὶ ἔτσι ὁ Δημήτριος Γούναρης μπόρεσε νὰ γράψει λίγο πρὶν ἀπὸ τὸ τραγικό τους τέλος: «Κάναμε τὸν πόλεμο, χωρὶς νὰ δανειστοῦμε ἀπὸ κανένα». Ἴσως καὶ γιὰ αὐτὸ νὰ σκοτώθηκαν ὅλοι τους – καὶ ὄχι μόνο ὁ Πρωτοπαπαδάκης.
Ἄρα ἔχει σημασία ἡ δήλωση ποὺ ἔκανε ὁ Βενιζέλος τὸ 1931· καὶ τοῦτο, ἐπειδὴ τότε ἀντιμετώπιζε καὶ αὐτὸς ανάλογα προβλήματα.
Διότι ἡ γνώση τῆς Ἱστορίας δὲν μᾶς ἐπιτρέπει νὰ κάνουμε προφητεῖες· μᾶς ὁδηγεῖ ὅμως σὲ καλλίτερη γνώση τῶν καταστάσεων ποὺ διαμόρφωσαν τοὺς προγόνους μας καὶ ἐμᾶς τοὺς ἴδιους καί, κατὰ συνέπεια, μᾶς χαρίζει τὴ δυνατότητα τῆς καλῆς ἢ μᾶλλον ἀποτελεσματικῆς ἀντιμετώπισης τῶν μελλοντικῶν προβλημάτων.
Ἔτσι, ἡ Ἱστορία νοεῖται μόνο ὡς πνευματικὴ ἀξία ἀντικειμενικὴ καὶ ποτὲ ὑποκειμενική. Τὸ παρελθὸν ἀποτελεῖ γεγονὸς καὶ κανένας μας δὲν ἔχει δικαίωμα νὰ... τὸ ἑρμηνεύει ὅπως τοῦ ἀρέσει.
Σὲ ἀντίθετη περίπτωση τὸ παρελθὸν θὰ μᾶς τιμωρήσει· καὶ τοῦτο, διότι ὅποιος ξεχνάει καταδικάζεται νὰ ὑποστεῖ ξανὰ ὅ,τι ἔπαθε στὸ παρελθόν. Τί μπορεῖ, κατὰ συνέπεια, νὰ μᾶς βγάλει ἀπὸ αὐτὸν τὸν φαῦλο κύκλο σφάλματος καὶ ἐπανάληψης τοῦ σφάλματος; Ἡ ἔρευνα, μόνο ἡ ἔρευνα καί, φυσικά, ἡ μνήμη ποὺ ἑδράζεται σὲ αὐτήν. Καὶ -θὰ μοῦ ἐπιτρέψετε νὰ πῶ- αὐτὸ ἀκριβῶς προσπαθεῖ νὰ κάνει τὸ Ἵδρυμά μας Ἱστορίας τοῦ Ἐλευθερίου Βενιζέλου καὶ τῆς ἀντίστοιχης Ἐθνικῆς Περιόδου – μὲ ὁλοένα καὶ περισσότερη θέρμη.
Γιὰ νὰ ἔλθουμε λοιπὸν στὰ δικά μας, ἡ οἰκονομικὴ κατάρρευση τοῦ Μεσοπολέμου ἐπέφερε τὸν Β΄ Παγκόσμιο πόλεμο· ἄρα τὸ ζήτημα εἶναι κατὰ πόσον ἡ τωρινὴ δυσπραγία, ποὺ ραγδαῖα μεγαλώνει καὶ ἁπλώνεται, θὰ προκαλέσει νέα γενικευμένη σύρραξη. Καὶ ἐὰν δὲν θέλουμε τέτοια λύση, τί εἶναι αὐτὸ ποὺ θὰ πρέπει νὰ κάνουμε;
Λοιπόν, παρὰ τὰ ὅσα κατὰ καιροὺς λέγονται γιὰ τὴ χώρα μας, πὼς δηλαδὴ εἶναι στὸ περιθώριο τῶν ἐξελίξεων κ.τ.λ., κ.τ.λ., νομίζω ὅτι ἡ οἰκονομικὴ κατάρρευση τοῦ Μεσοπόλεμου ἀντιμετωπίστηκε ἐπιτυχῶς στὴν Ἑλλάδα καί, ἴσως, κυρίως σὲ αὐτήν. Φρονῶ, κατὰ συνέπεια, ὅτι τὰ μέτρα ποὺ σχετικῶς πάρθηκαν τότε ἀποτελοῦν τὸ μεγαλύτερο πολιτικὸ ἐπίτευγμα τοῦ Ἐλευθέριου Βενιζέλου, διότι ὄχι μόνο κράτησαν τὴ χώρα μας μακριὰ ἀπὸ τὸ μάτι τοῦ παγκόσμιου οἰκονομικοῦ κυκλώνα, ἀλλὰ ἐπέτρεψαν, γιὰ πρώτη φορὰ στὴ Σύγχρονη Ἑλληνικὴ Ἱστορία, τὴ βιομηχανικὴ ἄνθηση τοῦ τόπου αὐτοῦ. Ἀξίζει, ἑπομένως, νὰ δοῦμε τί ἔκανε τότε ὁ Βενιζέλος καὶ οἱ συνεργάτες του – μὲ σκοπό, ἂς ξανατονιστεῖ, νὰ διδαχτοῦμε. Ἡ λύση, πράγματι, ποὺ σήμερα συστηματικῶς ἀποκρύπτεται μπορεῖ νὰ βρεθεῖ στὸ παρελθόν………….
Προτοῦ νὰ μποῦμε, ὅμως, στὰ οὐσιώδη, καλὸ εἶναι νὰ γίνουνε ὁρισμένες διευκρινίσεις. Αὐτὸς ποὺ ἐξέτασε τὴ φύση τοῦ νομίσματος ὑπῆρξε ὁ Ἀριστοτέλης· καὶ ἐκεῖνος ὁ ὁποῖος συστηματικῶς ἀπέφυγε νὰ θίξει τὸ θέμα αὐτό, δηλαδὴ τὴ φύση τοῦ νομίσματος, ἦταν ὁ Κάρολος Μάρξ.
Ὁ Ἀριστοτέλης ἔκανε δύο βασικὲς ἐπισημάνσεις: α΄. Τὸ νόμισμα, ὅρος ποὺ προέρχεται ἀκριβῶς ἀπὸ τὸ ρῆμα «νομίζω», εἶναι ὅ,τι ἀκριβῶς δείχνει ἡ λέξη. Αὐτό, δηλαδή, τὸ ὁποῖο νομίζεται, θεωρεῖται καί, σὲ τελικὴ ἀνάλυση, θεσπίζεται. Μὲ λίγα λόγια, τὸ νόμισμα δὲν ἔχει ἀντικειμενικὴ ἀξία· μόνο ὑποκειμενικὴ διαθέτει καὶ αὐτὴν τοῦ τὴ δίνουν οἱ ἄνθρωποι – δηλαδὴ ἐμεῖς. Καὶ πρέπει, βέβαια, στὸ σημεῖο αὐτὸ νὰ ὑπογραμμιστεῖ ὅτι, ὅσον ἀφορᾶ τὶς ἀνθρώπινες κοινωνίες καί, εὐρύτερα, τὸν πολιτισμό, μία καὶ μόνο ἀντικειμενικὴ ἀξία ὑπῆρχε, ὑπάρχει καί, ὅπως φαίνεται, θὰ ὑπάρχει: ἡ ἐργασία – μόνον αὐτὴ καὶ τίποτα ἄλλο πέρα ἀπὸ αὐτήν.
Καὶ ἔχοντας κατὰ νοῦν αὐτὴν τὴν ἐπισήμανση τοῦ Ἀριστοτέλη, μποροῦμε νὰ προχωρήσουμε σὲ ἄλλη ἐπισήμανσή του – ἐξ ἴσου σημαντική: Τὰ νομίσματα, δηλαδὴ τὸ χρῆμα, ποὺ μπορεῖ νὰ παραχθεῖ ἀπὸ τὴν ἐργασία εἶναι πάντοτε περιορισμένο· ἀντίθετα τὸ χρῆμα ποὺ παράγεται ἀπὸ τὴν κερδοσκοπία, δηλαδὴ ἀπὸ τὸ ἴδιο τὸ χρῆμα, κατὰ κανόνα εἶναι ἀπεριόριστο. Αὐτὸ εἶναι φυσικὸ – διότι ἡ ἐργασία ἀποτελεῖ μέγεθος χρονικῶς πεπερασμένο. Δουλεύει, πράγματι, κανεὶς ἕως ὅτου κουραστεῖ καὶ ἐφόσον ἡ ἡλικία καὶ γενικῶς ἡ κατάστασή του τὸ ἐπιτρέπουν. Ἀντίθετα, ὅμως, τὸ χρῆμα ποὺ παράγεται ἀπὸ τὸ χρῆμα, ἀέρας δηλαδή, εἶναι ἀπεριόριστο. Ὁ ἀέρας δὲν ἔχει τέλος καὶ ἡ ἀπάτη ἕνα μόνο τέλος μπορεῖ νὰ ἔχει – τὴν τιμωρία. Ἐὰν αὐτὴ δὲν ὑφίσταται, τότε ἡ κερδοσκοπία εἶναι ἀπεριόριστη.
Ὑπενθυμίζω ἐδῶ ὅτι ἤδη ἀπὸ τὰ τέλη τοῦ Μεσαίωνα ἔγινε προσπάθεια παραγωγῆς χρήματος ἀπὸ τὸ χρῆμα, ἀλλὰ τότε μπῆκε στὴ μέση ἡ Ρωμαιοκαθολικὴ Ἐκκλησία καὶ ἡ πορεία πρὸς αὐτὴν τὴν κατεύθυνση σταμάτησε. Κατὰ τὴν Ἀναγέννηση ὅμως
ἡ προσπάθεια ἐπαναλήφθηκε – καὶ ἔπιασε. Στήθηκαν, δηλαδή, σὲ ἰταλικὲς πόλεις κυρίως, μπάγκοι (θρανία [ἀπὸ ὅπου καὶ ὁ ὅρος bank=τράπεζα]), πάνω στοὺς ὁποίους γινόταν ἀρχικῶς ἀνταλλαγὴ καὶ στὴ συνέχεια ἐμπόριο χρήματος. Ἀλλὰ τὸ μεγάλο βῆμα ἔγινε κατὰ τὸν 17ο αἰώνα μὲ τὴν ἵδρυση τῆς Τράπεζας τῆς Ἀγγλίας. Γιατί; Διότι οἱ ἰθύνοντες τῆς Τράπεζας αὐτῆς γρήγορα καταλάβανε ὅτι δὲν ἦταν ἀνάγκη τὰ χαρτονομίσματα ποὺ ἐξέδιδαν καὶ ἔρριχναν στὴν κυκλοφορία νὰ ἀντιστοιχοῦν ἀκριβῶς στὴν ποσότητα χρυσοῦ ποὺ ἡ ἐν λόγῳ Τράπεζα φύλαγε στὰ χρηματοκιβώτιά της. Καὶ τοῦτο, διότι, πέρα ἀπὸ τὰ ἄλλα, πολλὰ ἀπὸ τὰ χρήματα ποὺ προέρχονταν ἀπὸ ἐπιταγὲς καὶ τὰ παρόμοια δὲν τὰ παίρνανε οἱ ἄνθρωποι στὸ χέρι τους, ἀλλὰ τὰ βάζανε πάλι σὲ λογαριασμοὺς τραπεζικούς. Ἔτσι ἡ τράπεζα εἶχε ἕνα περίσσευμα χρήματος σὲ χαρτονόμισμα, τὸ ὁποῖο, ἐφόσον οἱ κάτοχοί του δὲν ζητοῦσαν τὴν -ἂς τὴν ποῦμε ἔτσι ἐξαργύρωσή του- πλασματικῶς ὑπερκάλυπτε τὸν χρυσὸ ποὺ ἡ τράπεζα διέθετε – μὲ ἀποτέλεσμα αὐτὴ ἡ τελευταία νὰ μπορεῖ νὰ δανείζει αὐτὸ τὸ περίσσευμα καὶ νὰ εἰσπράττει τόκους. Ἐὰν τώρα οἱ δανειολῆπτες τῆς τράπεζας ἄνοιγαν καὶ αὐτοὶ λογαριασμοὺς καὶ τραβοῦσαν ἐπιταγὲς σὲ ἄλλους, τότε περισσότερο χρῆμα ἔμενε στὴ διάθεση τῆς τράπεζας καὶ ἀδυνάτιζε, μὲ αὐτὸν τὸν τρόπο, ἡ ἐξάρτησή της ἀπὸ τὸ κάλυμμά της σὲ χρυσό.
Ἤ, γιὰ νὰ τὸ ποῦμε διαφορετικά: Ὅσο τὸ χρῆμα μένει στὴν τράπεζα καὶ ὄχι στὰ χέρια τοῦ ἰδιοκτήτη του, τόσο περισσότερο μεγαλώνει καὶ ἡ δυνατότητα τῆς τράπεζας νὰ δημιουργεῖ χρῆμα ἀπὸ τὸ τίποτα, δηλαδὴ νὰ πουλάει ἀέρα. Θέλετε μιὰ πρόχειρη ἀπόδειξη; Τὴν ἑπόμενη φορὰ ποὺ θὰ παρουσιάσετε μιὰ ἐπιταγή σας πρὸς εἴσπραξη σὲ μιὰ τράπεζα, δῶστε προσοχὴ στὸ ἐρώτημα ποὺ -δῆθεν- τυχαῖα σᾶς γίνεται: Θὰ τὴν καταθέσετε τὴν ἐπιταγὴ ἢ θὰ τὴν εἰσπράξετε; Τὸ ἐρώτημα αὐτὸ γιὰ σᾶς καί, πολὺ πιθανόν, γιὰ τὸν τραπεζιτικὸ ὑπάλληλο ὁ ὁποῖος θὰ σᾶς τὸ ὑποβάλει νὰ μὴ σημαίνει τίποτα· γιὰ τὸν ἰδιοκτήτη ὅμως τῆς τράπεζας ἐξακολουθεῖ νὰ σημαίνει πάρα πολλά. Ἤδη τὸ 1924, ὁ περίφημος Reginald McKenna, ὑπουργὸς Οἰκονομικῶν τῆς Μεγάλης Βρεταννίας, εἶχε, σὲ κατηγορηματικὴ δήλωσή του, ἐπισημάνει αὐτὴν τὴ δυνατότητα τῶν τραπεζιτῶν νὰ φτιάχνουν χρῆμα ἀπὸ τὸ τίποτα· καὶ φυσικά, εἶχε ὑπογραμμίσει τὶς ἀρνητικὲς ἐπιπτώσεις αὐτοῦ τοῦ – ἂς τὸ ποῦμε ἔτσι- κόλπου ὅσον ἀφορᾶ τὴν ἐθνικὴ ἀνεξαρτησία τῶν Λαῶν. Καὶ βέβαια, περιττὸν νὰ σᾶς πῶ ὅτι ἡ κατάσταση αὐτὴ ὄχι μόνο συνεχίζεται ἀλλὰ καὶ ὅτι ἡ διαρκὴς τελειοποίηση αὐτοῦ τοῦ μηχανισμοῦ παραγωγῆς χρήματος ἀπὸ τὸ χρῆμα συστηματικῶς διδάσκεται σήμερα σὲ πανεπιστημιακὲς σχολές, μία ἀπὸ τὶς ὁποῖες εἶναι ἡ περίφημη London School of Economics. Νά λοιπὸν πῶς ἐφαρμόζεται -ἐννοεῖται σὲ βάρος μας- ἡ ἀρχὴ ποὺ πρῶτος ὁ Ἀριστοτέλης διατύπωσε, ἤδη στὴν Ἀρχαιότητα. Ἂς δοῦμε τώρα τί μπορεῖ νὰ γίνει, ὥστε νὰ ἀντιμετωπιστεῖ αὐτὴ ἡ κατάσταση.
Ὀφείλω, στὸ σημεῖο αὐτό, νὰ ἀποτίσω φόρο τιμῆς στὴ μνήμη τριῶν προσωπικοτήτων, πού, κατὰ τὴ διάρκεια τῶν τελευταίων αἰώνων, ἐπιχείρησαν νὰ σπάσουν τὸν τραπεζικὸ μηχανισμὸ παραγωγῆς χρήματος ἀπὸ τὸ τίποτα. Καὶ οἱ προσωπικότητες αὐτές, Κυρίες καὶ Κύριοι, ὑπῆρξαν δύο Ἀμερικανοὶ καὶ ἕνας Ἕλληνας – συγκεκριμένα ὁ Αἴημπραχαμ Λίνκολν, ὁ Τζὼν Κέννεντυ καὶ ὁ Πέτρος Πρωτοπαπαδάκης. Καὶ οἱ τρεῖς τους εἴχανε τραγικὸ τέλος, διότι οἱ δύο πρῶτοι δολοφονήθηκαν (καὶ ἀκόμα γίνονται ἔρευνες, γιὰ νὰ βρεθοῦν οἱ ὑπαίτιοι), ἐνῶ ὁ τρίτος ἐκτελέστηκε στὸ Γουδὶ τὸ 1922. Καὶ ἐπειδὴ συχνὰ εἴμαστε ἀναγκασμένοι, εἰδικὰ τὰ τελευταῖα χρόνια, νὰ κατηγοροῦμε τὴν Ἑλλάδα γιὰ ὅσα γίνονται γύρω μας, φρονῶ πὼς πρέπει τώρα νὰ ποῦμε καὶ κάτι καλὸ γιὰ τὸν τόπο μας. Μόνο ἐδῶ, πράγματι, δημοσίως, κατηγορηματικῶς καὶ ἐπισήμως δηλώθηκε ἡ πραγματικὴ αἰτία τῆς θανάτωσης τοῦ ἰδιοφυοῦς Πρωτοπαπαδάκη· καὶ αὐτὸ ἀπὸ τὸν ἴδιο τὸν Ἐλευθέριο Βενιζέλο ὁ ὁποῖος στὶς 31 Μαρτίου 1932, μέσα στὴ Βουλὴ τῶν Ἑλλήνων, ἐξήγησε –καὶ αὐτὸ πολὺ σᾶς παρακαλῶ νὰ τὸ προσέξετε- ὅτι ὁ Πρωτοπαπαδάκης σκοτώθηκε ὄχι ἂν καὶ ἔσωσε ἀλλὰ ἐπειδὴ ἔσωσε τὴ δραχμή.
Σήμερα τὸ Ἵδρυμά μας καὶ ὅλοι μας ἐδῶ τιμοῦμε τὴν ἐπέτειο τοῦ θανάτου τοῦ Βενιζέλου. Πρέπει λοιπὸν καὶ ἐγὼ μὲ τὴ σειρά μου νὰ πῶ ὅτι αὐτὴ ἡ δήλωση τοῦ Βενιζέλου ἀποτελεῖ, ἠθικῶς, τὸ μεγαλύτερο ἐπίτευγμά του. Καὶ τοῦτο, ἐπειδὴ κανένας Ἀμερικανὸς πολιτικὸς π.χ. δὲν τόλμησε ἐπισήμως νὰ πεῖ γιατί δολοφονήθηκαν ὁ Λίνκολν καὶ ὁ Κέννεντυ.
Δὲν θέλω νὰ σᾶς κουράζω· ἔτσι μὲ λίγα λόγια θὰ σᾶς πῶ τί ἀκριβῶς ἔγινε, ὥστε μόνοι σας νὰ μπορέσετε νὰ κάνετε τοὺς ἀναγκαίους παραλληλισμούς. Ἐξηγήθηκε ὅτι ἀπὸ τὰ τέλη τοῦ 17ου αἰώνα, μὲ τὴν ἵδρυση τῆς Τράπεζας τῆς Ἀγγλίας, ὁ ἔλεγχος τοῦ χρήματος πέρασε ἀπὸ τὴν κρατικὴ ἐξουσία στὰ χέρια ἰδιωτῶν. Ἀπὸ τὴν Τράπεζα τῆς Ἀγγλίας λοιπὸν τὸ σύστημα αὐτὸ πέρασε, φυσικά, καὶ στὶς Ἡνωμένες Πολιτεῖες τῆς Ἀμερικῆς πού, ὡς γνωστόν, γίνανε Κράτος περὶ τὰ τέλη τοῦ 18ου αἰώνα. Τὸ 1861 ὅμως ξέσπασε ὁ ἀμερικανικὸς Ἐμφύλιος Πόλεμος· καὶ ὁ Λίνκολν, ἤδη Πρόεδρος τῶν Ἡνωμένων Πολιτειῶν, προκειμένου νὰ χρηματοδοτήσει τὴν πολεμικὴ προσπάθεια τῆς κυβέρνησής του ἐξέδωσε τὰ περίφημα greenbacks (πού, ἂς σημειωθεῖ αὐτό, μείνανε στὴν κυκλοφορία μέχρι τὸ 1994). Ὀνομάστηκαν greenbacks, διότι στὴν πίσω πλευρά τους τὰ χαρτονομίσματα αὐτὰ εἶχαν ἐκτύπωση μὲ πράσινο μελάνι καὶ ὄχι μαῦρο. Τὰ ἐν λόγῳ δολλάρια λοιπὸν τὰ ἐξέδιδε ἡ κυβέρνηση τῶν Ἡνωμένων Πολιτειῶν, μὲ βάση τὸ Ἐθνικὸ Θησαυροφυλάκιο, δηλαδὴ τὸν ἐθνικὸ πλοῦτο, καὶ δὲν εἶχαν τόκο σὲ βάρος τῆς ἀμερικανικῆς κυβέρνησης καὶ τοῦ λαοῦ της. (Ἐνδεικτικῶς ἀναφέρω ἐδῶ ὅτι ὁ τόκος ποὺ ζητοῦσαν ἀπὸ τὸν Λίνκολν οἱ τράπεζες, γιὰ νὰ χρηματοδοτήσουν τὴν πολεμική του προσπάθεια, ἔφτανε περίπου τὸ 35%.) Ἀντιδράσεις στὸ μέτρο αὐτὸ τοῦ Λίνκολν ὑπῆρξαν μεγάλες – κυρίως ἀπὸ τὸ Λονδῖνο- καὶ ὁ Λίνκολν, προκειμένου νὰ κερδίσει τὸν πόλεμο, ἔκανε μιὰ στροφὴ καὶ δανείστηκε χρήματα καὶ ἀπὸ ἰδιῶτες – μὲ τεράστιο τόκο. Ὑπῆρχαν ὅμως φόβοι ὅτι μετὰ τὴ νίκη τῶν Βορείων τὸ 1865 καὶ δεδομένου ὅτι δὲν θὰ βρισκόταν πιὰ στὴν ἀνάγκη νὰ ἀντιμετωπίσει πολεμικὴ προσπάθεια θὰ γενίκευε τὸ ἐπιτυχημένο πείραμά του νὰ βγάζει χρῆμα ἀπὸ τὸν ἐθνικὸ πλοῦτο καὶ ὄχι ἀπὸ τὶς τράπεζες· ἔτσι δολοφονήθηκε στὶς 15 Ἀπριλίου 1865, ἑνάμισυ μήνα δηλαδὴ μετὰ τὴν ἐπανεκλογή του στὸ ἀξίωμα τοῦ Προέδρου τῶν Ἡνωμένων Πολιτειῶν.
Αὐτὰ ἀποτελοῦν γεγονός. Ὑπάρχει ὅμως καὶ μία σύμπτωση πάρα πολὺ περίεργη.
Τὸ σύστημα τῶν greenbacks τοῦ Λίνκολν πῆγε νὰ μιμηθεῖ ὁ αὐτοκράτορας τῆς Ρωσίας Ἀλέξανδρος Β΄, ὁ ὁποῖος –κάτι γνωστὸ σὲ ὅποιον ἀσχολεῖται μὲ τὴν Ἱστορία- εἶχε ὑποστηρίξει τοὺς Βορείους καὶ ὄχι τοὺς Νοτίους κατὰ τὸν Ἀμερικανικὸ Ἐμφύλιο Πόλεμο. Λοιπὸν ὁ Τσάρος αὐτὸς ὁ Ἐλευθερωτὴς, ὁ ἄνθρωπος ποὺ ἐλευθέρωσε τοὺς δουλοπάροικους τῆς Ρωσίας καὶ τοὺς ἔκανε ἀνεξάρτητους καὶ αὐτάρκεις ἀγρότες, δολοφονήθηκε –φυσικὰ ἀπὸ σοσιαλιστὲς- ἀκριβῶς ὅπως ὁ Ἐλευθερωτὴς τῶν Μαύρων Αἴημπραχαμ Λίνκολν. Καὶ λέω ὅτι δολοφονήθηκε φυσικὰ ἀπὸ σοσιαλιστές, διότι ὑπάρχει μιὰ ρήση τοῦ Λένιν, δημοσιευμένη ἐννοεῖται, ὅτι δηλαδὴ «ὁ σοσιαλισμός, χωρὶς τὶς μεγάλες τράπεζες, εἶναι ἀδιανόητος».
Κάτι ἀνάλογο πῆγε νὰ κάνει καὶ ὁ Κέννεντυ τὸ 1963, ποὺ πέρασε νόμο βάσει τοῦ ὁποίου τὸ θησαυροφυλάκιο τῶν Ἡνωμένων Πολιτειῶν θὰ έξέδιδε νέο τύπο δολλαρίου, τὰ United States notes, τὰ ὁποῖα δὲν θὰ ἐπιβαρύνανε τὴν ἀμερικανικὴ κυβέρνηση καὶ τὸν ἀμερικανικὸ Λαὸ μὲ τόκους. (Ὑπενθυμίζω καὶ πάλι ὅτι τὰ γνωστὰ σὲ ὅλους μας δολλάρια δὲν τὰ ἐκδίδει ἡ κυβέρνηση τῶν Ἡνωμένων Πολιτειῶν ἀλλὰ Τράπεζες ποὺ τὰ δανείζουν μὲ τόκο στὴν ἐν λόγῳ κυβέρνηση.) Ἡ συνέχεια εἶναι σὲ ὅλους γνωστή: Ὁ Κέννεντυ ἀμέσως μετὰ δολοφονήθηκε καὶ μετὰ δολοφονήθηκε αὐτὸς ποὺ θεωρήθηκε δολοφόνος του – καὶ ἀκόμα ψάχνουνε νὰ βροῦνε γιατί σκοτώθηκε ὁ τότε Πρόεδρος τῶν ΗΠΑ. Ὅσο γιὰ τὸν Πρωτοπαπαδάκη, ἀρκοῦμια νὰ ὑπενθυμίσω ὅτι μὲ τὴ διχοτόμηση τοῦ χαρτονομίσματος ἀπάλλαξε, κατὰ τὴ διάρκεια τῆς πολεμικῆς προσπάθειας τῶν ἐτῶν 1920-1922, τὴν Ἑλλάδα ἀπὸ τὴν ἀνάγκη ἐξωτερικοῦ δανεισμοῦ. Σᾶς θυμίζω τί ἀκριβῶς ἔκανε: ἔκοψε τὸ χαρτονόμισμα στὰ δύο, τὸ μισὸ (ἂς ποῦμε τοῦ κατοστάρικου) τὸ κρατοῦσε ὁ ἰδιοκτήτης καὶ τὸ ἄλλο μισὸ ἀποτελοῦσε ἀναγκαστικὸ δάνειο πρὸς τὸ Ἑλληνικὸ Κράτος. Διακρίσεις σὲ βάρος τῶν φτωχῶν δὲν ὑπῆρξαν, ἐπειδὴ αὐτοὶ εἶχαν τὰ λιγότερα χρήματα στὰ χέρια τους – καὶ ἔτσι ὁ Δημήτριος Γούναρης μπόρεσε νὰ γράψει λίγο πρὶν ἀπὸ τὸ τραγικό τους τέλος: «Κάναμε τὸν πόλεμο, χωρὶς νὰ δανειστοῦμε ἀπὸ κανένα». Ἴσως καὶ γιὰ αὐτὸ νὰ σκοτώθηκαν ὅλοι τους – καὶ ὄχι μόνο ὁ Πρωτοπαπαδάκης.
Ἄρα ἔχει σημασία ἡ δήλωση ποὺ ἔκανε ὁ Βενιζέλος τὸ 1931· καὶ τοῦτο, ἐπειδὴ τότε ἀντιμετώπιζε καὶ αὐτὸς ανάλογα προβλήματα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου