"Δεν υπάρχει λαός εις τον κόσμο ο οποίος να έχει προσφέρει τόσα εις την ανθρωπότητα όσα ο Ελληνικός και έχει καταπολεμηθεί τόσο πολύ από τόσο πολλούς λαούς, οι οποίοι δεν πρόσφεραν τίποτα εις αυτήν" *ΦΡΕΙΔΕΡΙΚΟΣ ΝΙΤΣΕ*

Φωτορεπορταζ 20 τελευταιων αναρτησεων

25/5/10

Η λατρεία στην αρχαία Μήθυμνα

Παραθέτουμε λίγες πληροφορίες για τη λατρεία, όπως αντλούνται από διάφορες ιστορικές πηγές και από αρχαιολογικές ενδείξεις και μιά αδρή αναφορά στους θεούς που διακρίνονταν στο μηθυμναϊκό πάνθεον:
O Δίας αναφέρεται ως Σωτήρ σε ελληνιστική επιγραφή της Μήθυμνας των αρχών του 3ου π.Χ. αιώνα. Παραστάσεις με τη μορφή του θεού έχουμε επάνω σε μηθυμναϊκά νομίσματα.
Η Ήρα. Η μορφή της θεάς μας είναι γνωστή από απεικονίσεις επάνω σε νομίσματα.
O Διόνυσος. Η λατρεία του θεού, που μάλλον καθιερώθηκε επίσημα από τον 7ο π.Χ. αιώνα, ήταν πολύ διαδεδομένη στη...
βόρεια Λέσβο. Οι γιορτές προς τιμή του θεού, γίνονταν σε δύο φάσεις· στην πρώτη έπαιρναν μέρος άνδρες και προσφερόταν θυσία, στη δεύτερη συμμετείχαν και γυναίκες σε παννυχίδα. Κατά τη διάρκεια των Διονυσίων γίνονταν επίσης θεατρικοί αγώνες. Στο μηθυμναϊκό μηνολόγιο υπήρχε και ομώνυμος με το θεό μήνας. Παράσταση της κεφαλής του Διονύσου Φαλλήνος υπάρχει επάνω σε ελληνιστικά νομίσματα της Μήθυμνας.
Ο Δίας, η Ήρα και ο Διόνυσος αποτελούσαν τη λεσβιακή λατρευτική τριάδα με κέντρο λατρείας το Μέσσον.
Η λατρεία του Ορφέα φαίνεται ότι είχε επίσης καθιερωθεί κατά τους ίδιους χρόνους.
Ναός του Απόλλωνα Σμινθέου υπήρχε πιθανότατα στη Μηθυμναία. O ιστοριογράφος Μύρσιλος αναφέρει ότι ναός του θεού υπήρχε στο όρος Λεπέτυμνος.
Στην περιοχή της Μήθυμνας θα υπήρχε, καθώς φαίνεται, και ιερό της Άρτεμης Θερμίας. Το επίθετο Θερμία αναφερόταν στην ιαματική ιδιότητα της θεάς. Στη Μήθυμνα λατρευόταν επίσης και η Άρτεμη Κονδυλίτις. Η έννοια του επιθέτου μας είναι άγνωστη. Νομίσματα με παραστάσεις ή σύμβολα της θεάς έχουμε από την ελληνιστική εποχή.
Διαδεδομένη επίσης ήταν και η λατρεία της Αθηνάς σαν θεότητας της υγείας. Ίσως η θεά να είχε και την ιδιότητα της Σωτείρας και της Πολιάδος. Παραστάσεις με τη μορφή της Αθηνάς σώζονται επάνω σε νομίσματα από τον 5ο π.Χ. αιώνα ως το τέλος της ρωμαϊκής εποχής.
O Ποσειδώνας συνδέεται με μύθους σχετικούς με την ίδρυση της πόλης.
Λατρεύονταν επίσης ο Πάνας και αργότερα επί Πτολεμαίων ο Σάραπης, προς τιμή του οποίου γίνονταν τα Μεγάλα Σαραπίεια.
Από τους τοπικούς ήρωες λατρεύονταν ο Λεπέτυμνος, που έδωσε το όνομά του στο ομώνυμο βουνό, ο Λάμπετος και ο Τράμπελος.
πηγή: ΜΗΘΥΜΝΑ - Α' ΕΚΔΟΣΗ, ΔΗΜΟΣ ΜΗΘΥΜΝΑΣ, ΑΘΗΝΑ 1982
ΒΡΑΒΕΙΟ ΕΝΩΣΗΣ ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΩΝ ΚΑΙ ΣΥΓΓΡΑΦΕΩΝ ΤΟΥΡΙΣΜΟΥ ΕΛΛΑΔΟΣ (1984)

Λυρική ποίηση

Ο 7ος και ο 6ος αι. π.Χ. είναι αιώνες υψίστης πολιτισμικής ακμής, που αντικατοπτρίζεται σε όλες τις εκφάνσεις της τέχνης. Μέσα από τον πολιτικό αναβρασμό των πολιτικών ανακατατάξεων, αναδείχθηκαν σημαίνοντα πρόσωπα που έπαιξαν σημαντικό ρόλο στον αρχαϊκό κόσμο. Είναι η εποχή που γεννήθηκε η λυρική ποίηση. Ο έμμετρος δηλαδή λόγος, που απήγγελλαν με τη συνοδευτική υπόκρουση της λύρας.
    Το όνομα του Τερπάνδρου από τη Λέσβο, γύρω στο 630 π.Χ., κατέχει σημαντική θέση στην ιστορία της λυρικής ποίησης, αφού σύμφωνα με τις πηγές είναι ο ιδρυτής του νέου ποιητικού είδους. Θεωρείται ο εφευρέτης του βαρβίτου. Έδωσε επίσης την τελική μορφή στο «νόμο» – άσμα προς τιμήν του Απόλλωνα. Η φήμη του ως κιθαρωδού έφτασε σε όλες τις ελληνικές πόλεις του αρχαίου κόσμου, όπως τη Σπάρτη, όπου υποτίθεται πως κατόρθωσε να κατευνάσει τα πολιτικά πάθη με την αρμονία της μελωδίας του. Eκεί θέσπισε την ίδρυση της μουσικής γιορτής των Καρνείων κατά τη 16η Ολυμπιάδα το 675/4 π.Χ.
    Δύο γενιές αργότερα, οι κορυφαίοι λυρικοί από τη Λέσβο, ο Αλκαίος και η Σαπφώ, θεωρούν τον Τέρπανδρο ιδρυτή της λυρικής ποίησης, ενώ οι ίδιοι ανέδειξαν τη δύναμη του ποιητικού λόγου και στο πολιτικό πεδίο. Οι στίχοι του Αλκαίου παρουσιάζουν την πολιτική του τοποθέτηση σαφώς υπέρ της αριστοκρατίας. Θίγει τον πολιτικό αναβρασμό και τα συναισθήματα του λαού, γεγονός που είχε συνέπεια την εξορία του στη Λυδία και την Αίγυπτο. Χαρακτηριστική είναι η σύγκριση που κάνει σε ένα ποίημα, όπου προσομοιάζει την πόλη που κυβερνιέται από τύραννο με πλοίο που το χτυπά θύελλα. Βεβαίως ο Αλκαίος, εκτός από τα πολιτικά, ασχολείται και με ερωτικά, συμποτικά και θρησκευτικά θέματα. Οι Αλεξανδρινοί τον περιέλαβαν στον «κανόνα» των Λυρικών επισημαίνοντας τη δύναμη και τη γλυκύτητα της ποιητικής του σύνθεσης.
    Στην ίδια γόνιμη καλλιτεχνική περίοδο (γύρω στο 715 π.Χ.) ανήκει επίσης η Σαπφώ, που ονομάστηκε «δέκατη μούσα» και «μοισοπόλος» (μουσοπόλος) για τη χάρη και την ευγένεια των στίχων της. Η ανάμειξη της οικογένειάς της στην πολιτική ζωή της Μυτιλήνης στοίχισε στη Σαπφώ τον εκπατρισμό της στην Πύρρα και στη Σικελία. Από τα σωζόμενα αποσπάσματα διαπιστώνεται πως το περιεχόμενο των στίχων της ήταν σχετικό με τις εφήμερες χαρές και τις λύπες του μικρού κύκλου των κοριτσιών που απάρτιζαν τη Σχολή της. Εκεί δίδασκε το τραγούδι, την ποίηση και το χορό. Με εξαίρεση τα επιθαλάμια άσματα, που τραγουδούσαν κατά τη γαμήλια τελετή, όλα τα άλλα ποιήματα ήταν προς ιδιωτική χρήση και τέρψη. Οι στίχοι έχουν ερωτικό περιεχόμενο, ενώ δε λείπει ο θαυμασμός για τη φύση. Η κριτική των Νεότερων χρόνων εξαίρει την ποιητική αξία της Σαπφούς βασιζόμενη κυρίως στο έργο Ωδή στην Αφροδίτη, όπου η ποιήτρια επικαλείται την επικουρία της θεάς για το νέο έρωτα που τη βασανίζει. Οι αγγειογράφοι του 5ου αι. π.Χ. απεικόνισαν τη Σαπφώ και τον Αλκαίο αναγνωρίζοντας με αυτό τον τρόπο την προσφορά τους στην ποίηση.
    Στους λυρικούς ποιητές του νησιού συμπεριλαμβάνεται και ο Αρίων, ένας από τους σημαντικούς κιθαρωδούς της Λέσβου που συνέχισαν την παράδοση του Τερπάνδρου. Εξύψωσε το διθύραμβο από το πρωτογενές στάδιο σε ανεπτυγμένο έντεχνο και σύνθετο είδος, συμβάλλοντας καίρια στη διαμόρφωση του αρχαίου δράματος.
    Ο μύθος συνδέει το νησί της μουσικής και της ποίησης με τον Ορφέα, θρησκευτικό ποιητή, προφήτη και ιερέα «γόη από μουσικής και μαντικής άμα». Σύμφωνα με τις πηγές, μετά το διαμελισμό του από τις Μαινάδες στα όρη της Πιερίας, τα κύματα έφεραν το κεφάλι του στην Άντισσα και τη λύρα του στη Μυτιλήνη. Με αυτό τον τρόπο συνέχισε να απαγγέλλει και να χρησμοδοτεί στη Λέσβο.

πηγή: Εγκυκλοπαίδεια Μείζονος Ελληνισμού

Δεν υπάρχουν σχόλια: